Πιλοτική λειτουργία

ΙΣΤΟΡΙΑ

«Μολονότι πάσης Αρκαδίας σκληροτέρα γη η Γορτυνία, πενιχρά εις σίτον, πτωχή εις αμπέλους, πενεστάτη εις ελαίας, ενδεεστάτη εις άλλα είδη», όμως «αποπνέουν τα όρη της και αί δασώδεις φάραγγές της αέρα σιδηρούχον σφυρηλατούντα νεύρα θελήσεως εις τα τέκνα της, νου ευστροφίαν, οξύτητα αντιλήψεως, δραστηριότητα και ακαταπόνητον φιλοπονίαν» (Εμμανουήλ Ρέπουλης, Βουλευτής 1899, 1905 & 1923).

Λίγα λόγια για τον τόπο

Καλώς ήλθατε στη Γορτυνία! Τον τόπο τον ειδυλλιακό της Αρκαδίας με τα γραφικά χωριά, τους φιλόξενους ανθρώπους και την αξεπέραστη φυσική ομορφιά. Γραφικά παραδοσιακά χωριά, αλπικά τοπία, ψηλά δασωμένα βουνά, χλοερά λιβάδια, ποτάμια, πετρόκτιστα γεφύρια, αρχαία μνημεία και βυζαντινές εκκλησίες. Είναι μόνο μερικά από τα στοιχεία που συνθέτουν το προφίλ της Γορτυνίας. Τόπος μυθικός, τόπος ιστορικός, τόπος που αξίζει να επισκεφθεί κανείς όλες τις εποχές του χρόνου.

Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, στη Γορτυνία γεννήθηκε ο θεός Πάνας, γιός του Ερμή και στα νερά του Λούσιου ποταμού πλύθηκε ο νεογέννητος Δίας. Η πόλη της Αρχαίας Γόρτυνας, πέρασμα της εποχής προς την Αρχαία Ολυμπία, εντυπωσίασε τον περιηγητή των αρχαίων χρόνων Παυσανία, ο οποίος έγραψε στα «Αρκαδικά» του για την πόλη και τον μεγαλοπρεπές ναό του Ασκληπιού που βρισκόταν σε αυτή.

Ο Γορτυνία «γέννησε» και πολλούς από τους ελευθερωτές του έθνους ενώ σε νευραλγική τοποθεσία, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην επιτυχή έκβαση της Επανάστασης του 1821. Το αρκαδικό μέτωπο ενέπνευσε σημαντική μερίδα του ευρωπαϊκού πνευματικού κόσμου Ευρώπης. Ο Γερμανός φιλέλληνας ποιητής Σίλλερ έγραψε για την Αρκαδία το ποίημα «Resignation», ο Γκαίτε την ανέφερε στο έργο του «Φάουστ», ο Γάλλος ζωγράφος Νικολά Πουσέν φιλοτέχνησε τους «Βοσκούς της Αρκαδίας» με την περίφημη επιγραφή «Et en Arcadia ego» (Κι εγώ ανήκω στην Αρκαδία) κι άλλοι πολλοί προσπάθησαν να αποτυπώσουν την ομορφιά της μέσα από το παραδοσιακό τραγούδι, την ποίηση, την πεζογραφία, την ζωγραφική και τη φωτογραφία.

Σε γενικές γραμμές, η Γορτυνία, λόγω της φυσιογνωμίας της, ήταν ανέκαθεν μια επαρχία με χαμηλή παραγωγική δραστηριότητα αλλά με σπουδαίο πνευματικό κεφάλαιο. Το γεγονός ότι η καλλιέργεια δεν ευνοείται στην επαρχία αυτή, ώθησε τους ντόπιους να ασχοληθούν με τις τέχνες και τα γράμματα. Μεταξύ των επαγγελμάτων που αναδείχθηκαν και ξεχώρισαν ήταν αυτά του καμπανά, του χρυσοχόου, του γανωματή, του κτίστη και του τεχνίτη πέτρας. Τεκμήριο αποτελεί η ξακουστή σχολή Αργυροχρυσοχοΐας στη Στεμνίτσα η οποία ιδρύθηκε την δεκαετία 1970 η οποία λειτουργεί με επιτυχία μέχρι σήμερα και συστεγάζεται με το Επαγγελματικό Λύκειο Γορτυνίας στη Στεμνίτσα.

Σήμερα, η Γορτυνία παραμένει ένας φυσικός παράδεισος επί γης που κερδίζει το ενδιαφέρον και του πιο απαιτητικού επισκέπτη. Σε μικρή απόσταση από τα γύρω αστικά κέντρα και μόλις 2 ώρες και κάτι, μακριά από την Αθήνα, προσφέρει πληθώρα από σύγχρονα καταλύματα, αξιοθέατα μοναδικής ομορφιάς, αξέχαστο φαγητό και ευκαιρίες για δραστηριότητες στη φύση, όπως πεζοπορία, ορειβασία, κανόε καγιάκ, τροχοφόρο και μηχανοκίνητο αθλητισμό. 

Δήμος Γορτυνίας

Η Γορτυνία ως επαρχία του Νομού Αρκαδίας, συστάθηκε επίσημα μετά την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους το 1833. Ο Δήμος Γορτυνίας, με έδρα την Δημητσάνα, είναι ένας από τους 26 Δήμους της Περιφέρειας Πελοποννήσου. Απαρτίζεται από 70 τοπικές κοινότητες (χωριά). Έλαβε τη σημερινή του μορφή το 2011, ύστερα από την διαίρεση της χώρας σε Περιφέρειες, στα πλαίσια της διοικητικής μεταρρύθμισης της Ελλάδας γνωστή ως «Πρόγραμμα Καλλικράτης». Ο Δήμος καταλαμβάνει το βορειοδυτικό τμήμα του νομού Αρκαδίας κι αποτελεί απόρροια της συνένωσης οκτώ (8) πρώην Δήμων της τελευταίας: Βυτίνας, Κλείτορος, Δημητσάνας, Λαγκαδίων, Τρικολώνων, Τροπαίων, Ηραίας και Κονταβάζαινας. Η έκταση του Δήμου Γορτυνίας ανέρχεται σε 1054,34 τ.χλμ. και ο πληθυσμός του σε 10.109 μόνιμους κατοίκους, σύμφωνα με την επίσημη απογραφή του 2011.

Γεωγραφία

Από γεωγραφική άποψη βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα του Νομού Αρκαδίας. Ως ακρότατα σημεία της Γορτυνίας μπορούν να θεωρηθούν στο βορρά το χωριό Τριπόταμα, στα σύνορα με το Νομό Αχαϊας, βορειοανατολικά το ελατοσκέπαστο όρος Μαίναλο, στο νότο το χωριό Σύρνα, ανατολικά το βουνό «Θαυμάσιο» (ή αλλιώς «Πατερίτσα») και δυτικά ο ποταμός Ερύμανθος, στα σύνορα με τον Πύργο Ηλείας.

Η Γορτυνία διαρρέεται από τον ποταμό Αλφειό, τους παραποτάμους του Αλφειού, Λούσιο και Λάδωνα και από τον ποταμό Ερύμανθο. Η τεχνητή λίμνη του Λάδωνα εκτός από ζωοδότρα δύναμη για την τοπική οικονομία, αποτελεί ένα από το στολίδια του Δήμου, με απαράμιλλο φυσικό κάλλος.

Η μορφολογία του εδάφους και η θέση των κατά τόπους τοπικών κοινοτήτων συντελούν ώστε να εμφανίζει το κλίμα μεγάλη ποικιλία και διακυμάνσεις. Ο επισκέπτης θα απολαύσει κατά τόπους το κλίμα των Άλπεων κατά τη διάρκεια του χειμώνα με χιόνια μέχρι τον Απρίλιο στα υψηλότερα σημεία του Δήμου (Δημητσάνα, Στεμνίτσα και Μαγούλιανα – το χωριό με το μεγαλύτερο υψόμετρο στην Πελοπόννησο στα 1.365 μ.). Ενώ, τους καλοκαιρινούς μήνες, στην λεγόμενη “κάτω” Γορτυνία και τα χωριά της Ηραίας, το αφρικανικό κλίμα είναι η νόρμα. Γι’ αυτό κιόλας εκει ευδοκιμούν η ελιά και τα εσπεριδοειδή.

Το έδαφος της Γορτυνίας είναι πετρώδες όχι όμως και εντελώς άγονο. Αποτελείται από ασβεστόλιθους και αργιλομιγείς σχιστόλιθους που καθιστούν δύσκολη υπόθεση την καλλιέργεια. Ωστόσο, οι συχνές και πολλές βροχοπτώσεις ευνοούν την δενδροφυϊα στη Γορτυνία και την καλλιέργεια δημητριακών. Δέντρα όπως το κλήμα, η συκιά, η καρυδιά, η μυγδαλιά, η φουντουκιά, η αχλαδιά, η μουριά, η κερασιά και στα πεδινά η ελιά, φυτρώνουν στην περιοχή. Επίσης, στα πεδινά και ζεστά μέρη φυτρώνουν η βελανιδιά, η δάφνη, ο σφένδαμος κ.α. Γεωργικά προϊόντα όπως σιτηρά και κρασί παράγονται σε σημαντικό βαθμό στην περιοχή. Η κτηνοτροφία όμως κυριαρχούσε ανέκαθεν σε αυτό τον τόπο. Γορτυνιακά κτηνοτροφικά προϊόντα, όπως το τυρί και το βούτυρο, έχουν αποκτήσει μεγάλη φήμη σε όλη την Ελλάδα.

Η Γορτυνία στους αρχαίους χρόνους

Οι διασημότερες αρχαίες πόλεις της Γορτυνίας ήταν η Αρχαία Γόρτυνα, η Τευθίδα, η Ηραία, το Μεθύδριο και η Θεισόα.

Ο περιηγητής Παυσανίας αναφέρει στα «Αρκαδικά» του ότι στην Αρχαία Γόρτυνα υπήρχε ναός του Ασκληπιού που τον κοσμούσαν λατρευτικά αγάλματα της Υγείας και του Ασκληπιού, κατασκευασμένα από πεντελικό μάρμαρο, έργα του Παριανού γλύπτη Σκόπα. Αναφέρει επίσης ότι όταν κατέβηκε ο Μέγας Αλέξανδρος στην Πελοπόννησο, πέρασε από τη Γόρτυνα για να προσκυνήσει, αφιερώνοντας την πανοπλία και το δόρυ του στο ναό. Γενικά, οι μαρτυρίες και η αρχαιολογική έρευνα συναινούν ότι στα χρόνια της ακμής της, η αρχαία Γόρτυς θα πρέπει να ήταν μια ιδιαίτερα σημαντική και ζωντανή πόλη, με έντονη συμμετοχή στα αρκαδικά πράγματα.

Οι αρχαίοι Αρκάδες καλλιεργούσαν το πνεύμα τους μαθαίνοντας γράμματα και μουσική. Σύμφωνα με τον Πολύβιο, η μουσική ήταν το βασικό εργαλείο διαπαιδαγώγησης τους.

Μέσα από την εξέταση των ιστορικών πηγών, των ερειπίων των πόλεων που σώζονται μέχρι σήμερα, των αγγείων που βρέθηκαν σε τάφους αλλά και των νομισμάτων αναδεικνύεται ότι η Γορτυνία των αρχαίων χρόνων γνώρισε σημαντική ακμή, υλική και πνευματική, κατά τους χρόνους της Αχαϊκής Συμπολιτείας, της αρχαίας ελληνικής ομοσπονδίας που ιδρύθηκε από τις πόλεις της Αχαΐας το 280 π.Χ. Το φαινόμενο όμως της ερημοποίησής της, υπήρξε από τότε κατασταλτικός παράγοντας για την ανάπτυξη της περιοχής.

Η γεωργία και η κτηνοτροφία ήταν οι βασικές ασχολίες των αρχαίων κατοίκων της Γορτυνίας. Χαρακτηριστικό γνώρισμα της εποχής ήταν η εκτεταμένη μετανάστευση η οποία συνέβαλε στην σταδιακή ερήμωση της περιοχής. Οι κάτοικοί της εκπατρίζονταν προκείμενου να υπηρετήσουν ως μισθοφόροι και να βγάλουν τα προς το ζην. Κατά τον Στράβωνα, ο πληθυσμός της περιοχής ήταν ελάχιστος κατά τους Ρωμαϊκούς και Βυζαντινούς χρόνους λόγω κυρίως της μετανάστευσης αλλά και εξαιτίας των σεισμών και των επιδημιών της εποχής.

Οι Σλάβοι στη Γορτυνία


Τον 6ο αιώνα μ.Χ. ξεκίνησε η κάθοδος των Σλάβων στα Βαλκάνια. Οι τελευταίοι, προερχόμενοι από τις περιοχές της σημερινής Λιθουανίας και Λευκορωσίας, με ποίμνια στην ιδιοκτησία τους, έφτασαν στην Πελοπόννησο αναζητώντας εδάφη, κατάλληλα για κτηνοτροφία. Η Γορτυνία φαίνεται να κέντρισε το ενδιαφέρον τους λόγω των μεγάλων και ακαλλιέργητων εκτάσεών της. Η επιρροή των Σλάβων στην περιοχή αυτή της Αρκαδίας ήταν μεγάλη. Σλαβικές ονομασίες, όπως Στεμνίτσα, Βαλτεσινίκο και Δημητσάνα (σημαίνει μεγάλη πόλη), καθιερώθηκαν και αντικατέστησαν τις αρχαίες ονομασίες που είχα δοθεί σε πολλά μέρη της Γορτυνίας. Ο ερχομός της σλαβικής φυλετικής ομάδας πυροδότησε ρεύμα μετανάστευσης των γηγενών προς άλλες περιοχές της Ελλάδας. Παρόλα αυτα, οι Σλάβοι παρέμειναν στη Γορτυνία, αναμείχθηκαν με τους ντόπιους και εξελληνίστηκαν στην πλειοψηφία τους μέχρι το 805 μ.Χ.

Φραγκοκρατία και Ενετοκρατία

Λίγο μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους της Δ’ Σταυροφορίας, το 1204 μ.Χ., οι Φράγκοι, ένα σύνολο γερμανικών φύλων, κατέλαβαν την Ελλάδα και πολύ σύντομα την επαρχία της Γορτυνίας. Τότε ξεκινά η Φραγκοκρατία και γενικότερα μια περίοδος στην ελληνική ιστορία όπου μια ποικιλία λαών της δυτικής Ευρώπης, οπαδών της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, εναλλάσσονται στην εξουσία της χώρας μέχρι την οριστική επικράτηση των Τούρκων στη χώρα το 1461 μ.Χ. και την οριστική λήξη της Φραγκοκρατίας το 1797 μ.Χ.

Από το 1204 μ.Χ. Φράγκοι και Ενετοί (Βενετοί) είχαν καταλάβει τη Γορτυνία.  Σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές, κατά την παραμονή των Φράγκων, η Γορτυνία,  χωρισμένη σε δύο διοικητικά κέντρα, τις Βαρωνίες της Άκοβας και της Καρύταινας, γνώρισε αξιοσημείωτη οικονομική και πολιτισμική άνθηση. Το 1320 μ.Χ. οι Γορτύνιοι ύστερα από αρκετές προσπάθειες, κατάφεραν να αποτινάξουν τον φραγκικό ζυγό ενώ, οι Ενετοί από τη Βενετία, εξακολούθησαν να έχουν επιρροή στην περιοχή μέχρι την επικράτηση των Τούρκων και την επίσημη έναρξη της Τουρκοκρατίας το 1461 μ.Χ.

Ο Αγώνας προς την απελευθέρωση

Τετρακόσια χρόνια σκλαβιάς είχαν βυθίσει σε πνευματικό σκοτάδι την Ελλάδα. Σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές, οι παράγοντες που πυροδότησαν τον ξεσηκωμό ήταν από τη μια τα στρατιωτικά σώματα των κλεφτών και των αρματολών που πολεμούσαν εναντίον της τουρκικής αυθαιρεσίας κι από την άλλη, η διανοητική ανάπτυξη του ελληνικού λαού μέσα από την εξάπλωση της παιδείας.

Οι ελευθερωτές του Γένους Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Γεώργιος Καραϊσκάκης, Αθανάσιος Διάκος και Οδυσσέας Ανδρούτσος ήταν οι πλέον αναγνωρίσιμοι «κλεφταρματολοί». Τα σώματα των κλεφτών και των αρματολών αποτέλεσαν την στρατιωτική δύναμη της Ελλάδας. Ζούσαν στα βουνά κρυμμένοι σε σπηλιές και μέσα από τη δράση τους εκτόνωναν τις αδικίες της εξουσίας εναντίον των υπόδουλων Ελλήνων προβαίνοντας είτε σε καταστροφή των περιουσιών των τοπικών αρχόντων, είτε σε ανακατανομή του πλούτου, επιβάλλοντας παράτυπα δικαιοσύνη, εκεί που δεν υπήρχε κανένα δικανικό σύστημα. Στη Γορτυνία, η διάδοση της παιδείας ώθησε τους Δεληγιανναίους, τον Κολοκοτρώνη και τον Δημητράκη Πλαπούτα να μυηθούν στη Φιλική Εταιρεία ενώ, η ιερατική σχολή της Δημητσάνας δημιούργησε εκκλησιαστικούς πατέρες. Ανάμεσά τους οι Δημητσανίτες Γρηγόριος Ε’ και Παλαιών Πατρών Γερμανός.

Η Επανάσταση ξεκινάει το 1821 από την Πελοπόννησο καθώς ήταν μια περιοχή με σημαντικό όγκο συμπαγών ελληνικών πληθυσμών και μικρή στρατιωτική παρουσία των Τούρκων. Το 1806, μετά την δολοφονία του αδελφού του Γιάννου Κολοκοτρώνη και μιας ομάδας κλεφτών στο ληνό των Κολοκοτρωναίων λίγο έξω από τη Μονή των Αιμυαλών, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης με καταγωγή από το Λιμποβίσι Γορτυνίας, κατέφυγε στη Ζάκυνθο για να σωθεί από τη μανία των Τούρκων και κατετάγη στον βρετανικό στρατό όπου έλαβε εκπαίδευση. Στις 23 Μαρτίου 1821, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης συνεπικουρεί τους Μανιάτες υπό την αρχηγία του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη και καταλαμβάνουν την Καλαμάτα. Με διακήρυξή τους κάνουν γνωστό στη διεθνή κοινότητα τον ξεσηκωμό των Ελλήνων κηρύσσοντας επίσημα την Ελληνική Επανάσταση και τον Αγώνα της απελευθέρωσης από τον Οθωμανικό ζυγό. Στις 25 Μαρτίου 1821, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ορκίζει τους επαναστάτες της περιοχής στην Πλατεία Αγίου Γεωργίου στην Πάτρα όπου βρισκόταν και ευλογεί τα όπλα τους.

Μετά τη νίκη στην Καλαμάτα ο Κολοκοτρώνης, βάζει σκοπό να καταλάβει την Τριπολιτσά, το διοικητικό κέντρο των Οθωμανών στο Μωριά, γιατί πίστευε πως μόνο έτσι θα καθιερωνόταν η Επανάσταση. Η νίκη των Ελλήνων στο Βαλτέτσι (13 Μαΐου 1821) και η άλωση της Τριπολιτσάς (23 Σεπτεμβρίου 1821), που οφείλονται στον στρατηλάρχη Κολοκοτρώνη, τον επέβαλαν ως αρχηγό του επαναστατικού στρατού της Πελοποννήσου και του αποδόθηκε το προσωνύμιο «Γέρος του Μωριά».

Στη Γορτυνία, τον Μάρτιο του 1821, οι Παλουμπαίοι οπλαρχηγοί Δημητράκης και Γιωργάκης Πλαπούτας μαζί με μερικές εκατοντάδες γορτύνιους πολεμιστές κήρυξηαν την Επανάσταση στην Ηραία και ξεκίνησαν τον αγώνα για την απελευθέρωση τους Έθνους. Οι ισχυρές γορτυνιακές οικογένειες των Κολοκοτρωναίων, των Πλαπουταίων και των Δεληγιανναίων πρωτοστάτησαν στον απελευθερωτικό αγώνα. Σύμφωνα με τον Κουτσούκο (1980), οι Τούρκοι στην επαρχία της Γορτυνίας ήταν λίγοι. Κατά κανόνα διοικητικοί υπάλληλοι του Σουλτάνου που ζούσαν με τις οικογένειές τους στα κεφαλοχώρια της Γορτυνίας και προέβησαν σε συμφωνίες αλληλοβοήθειας με τους επαναστάτες προκειμένου να παραμείνουν ζωντανοί οι ίδιοι και οι οικογένειές τους.

Έτσι, μια συντονισμένη προσπάθεια ξεκίνησε σε όλη τη Γορτυνία όπου κάθε χωριό προσέφερε στον αγώνα με βάσει τις δυνάμεις του.

Η Δημητσάνα ήταν το κέντρο εφοδιασμού. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης γράφει στα απομνημονεύματά του «μπαρούτη είχομεν, έκαμνε η Δημητσάνα». Οι κάτοικοί της είχαν την τεχνογνωσία και κατασκεύαζαν μπαρούτη στους μπαρουτόμυλους στο φαράγγι του Λούσιου από νίτρο και θειάφι. Σύμφωνα με τον Κουτσούκο (1980) οι αδελφοί Σπηλιωτόπουλοι παρασκεύασαν μεγάλες ποσότητες μπραουτιού στους μπαρουτόμυλους της Δημητσάνας κι είχαν αναλάβει την κατασκευή σφαιρών και το δέσιμο των φυσεκιών.

Η Βυτίνα τροφοδοτούσε με ψωμί το στρατό ενώ, η Μονή Κερνίτσας περιέθαλπτε τους τραυματίες και τις οικογένειές τους. Λόγω της ενεργούς συμμετοχής της στα πράγματα η Βυτίνα πυρπολήθηκε πολλές φορές από τα στρατεύματα του Ιμπραήμ το 1825-1826, αλλά άντεξε.

Η Στεμνίτσα, αγαπημένο χωριό του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, έγινε η έδρα της Α΄ Πελοποννησιακής Γερουσίας κατά το Μάιο και Ιούνιο 1821.

Η οικογένεια των Δεληγιανναίων από τα Λαγκάδια συνέβαλε στην διεξαγωγή της Επανάστασης δίνοντας χρήματα και τα σιτηρά που είχαν στις αποθήκες τους για να τραφούν οι μαχόμενοι. Επιδιώκοντας να συγκεντρώσουν στα χέρια τους την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της Γορτυνίας, ο Αναγνώστης Δεληγιάννης, σε συνεργασία με άλλους πρόκριτους της Πελοποννήσου, έπεισε τον Πέτρο Μαυρομιχάλη να συγκαλέσει την πρώτη Εθνική Συνέλευση της Πελοποννήσου η οποία έλαβε χώρα στις Καλτεζές. Αυτή ήταν η ίδρυση της Α΄ Πελοποννησιακής Γερουσίας, του διοικητικού οργάνου που επισημοποίησε την Επανάσταση και ορίστηκε ως η νόμιμη Αρχή της Πελοποννήσου, με έδρα τη Στεμνίτσα. Οι Τούρκοι στη Γορτυνία ήταν λιγοστοί και σε αρκετές περιπτώσεις συνήψαν συμφωνίες με τους Έλληνες προκειμένου να σώσουν τη ζωή τους. Όπως συνέβη στα Λαγκαδιά μεταξύ των Τούρκων υπαλλήλων και των Δεληγιανναίων.

Μεγάλες καταστροφές στην περιοχή προξένησε ο στρατός του Ιμπραήμ μεταξύ 1825 και 1827 όπου λεηλάτησε και έκαψε πολλά χωριά. Η αποτυχημένη επιδρομή των Αιγυπτίων στη Γορτυνία αποθάρρυνε τον Ιμπραήμ κι έτσι μετά τις συγκρούσεις στο οροπέδιο της Δημητσάνας, εκδιώχθηκε από τη Γορτυνία η οποία κατ’ αυτό τον τρόπο ελευθερώθηκε και επισήμως.

Σύγχρονη Ιστορία

Από το 1833 και ύστερα, το ανεξάρτητο πια ελληνικό κράτος γυρίζει σελίδα στην ιστορία του. Στη Γορτυνία υπάρχει φτώχεια. Η οικονομία είναι κλειστή, τα πάντα παράγονται στο σπίτι και το χωράφι. Η λαϊκή τέχνη αναδεικνύεται. Πέρα από απασχόληση γίνεται με το πέρασμα του χρόνου και ένα μέσο για δημιουργία κέρδους. Στη Βυτίνα ασχολούνται με την ξυλογλυπτική, στη Στεμνίτσα ανθούν η αργυροχρυσοχοΐα, η χαλκουργία και η σιδηρουργία. Στη Δημητσάνα ασχολούνται με την ταπητουργία και τη παραγωγή μπαρουτιού στους φημισμένους μπαρουτόμυλους, επαγγελματική δραστηριότητα που μένει ζωντανή μέχρι την πρόσφατη ιστορία. Το 1931 ιδρύεται ταπητουργική σχολή στη Δημητσάνα και το 1980, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, περί τους 20-50 εργάτες, κατασκευάζουν μπαρούτι από νίτρο, θειάφι και κάρβουνο.

Η οικονομική δυσπραγία που κυριάρχησε στην περιοχή από την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους μέχρι και τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου το 1945, πυροδότησε τη μετακίνηση των κατοίκων της Γορτυνίας προς τα μεγάλα αστικά κέντρα και είχε ως απόρροια την έκρηξη μεταναστευτικών ρευμάτων κυρίως με κατεύθυνση προς την Αμερική. Από τις αρχές του του 20ου αιώνα και ύστερα, κύρια επαγγελματική δραστηριότητα εντός των ορίων της Γορτυνίας υπήρξε το εμπόριο. Γορτύνιοι στα μεγάλα αστικά κέντρα διακρίθηκαν στα επαγγέλματα του εφημεριδοπώλη και του στιλβωτή παπουτσιών.

Μετά το 1945, σημαντικά έργα όπως το φράγμα στον ποταμό Λάδωνα και η ανάπτυξη του συγκοινωνιακού δικτύου, αναβάθμισαν την περιοχή κι έθεσαν τα θεμέλια για την ανάπτυξη του τουρισμού.